Τα πάντα αποκτούν μια διαφορετική προοπτική κοιτάζοντας έξω από ένα παράθυρο αεροπλάνου, και δεν εννοώ βέβαια μόνο τις εικόνες, αλλά πρωτίστως τις σκέψεις.
Κλισέ, το ξέρω, ωστόσο μ’εμένα εξακολουθεί να συμβαίνει ακόμη και μετά από τόσα χρόνια.
Σε μιά πτήση περίπου δύο ωρών, λοιπόν, παραμονή του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου, άρχισα να σκέφτομαι την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η Ελλάδα και έτσι ξεκίνησα να γράφω.
Απέφυγα συνειδητά να σχολιάσω τα όσα διάβαζα στο διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αυτήν την εβδομάδα. Πραγματικά αδυνατούσα να καταλάβω πως από τη μία στιγμή στην άλλη - και υπό τόσο κρίσιμες συνθήκες - οι περισσότεροι Έλληνες πολίτες μετατράπηκαν σε αγέλες οργισμένων κηρύκων της μίας ή της άλλης άποψης, του «ναι» ή του «όχι». Είναι αλήθεια ότι η πίεση βγάζει το χειρότερο εαυτό των ανθρώπων· για κάποιους, ίσως απλά αποκαλύπτει αυτό που χρόνια έκρυβαν επιμελώς.
Ο διχασμός δε βοηθάει. Η πόλωση δε βοηθάει. Οι ύβρεις δε βοηθάνε. Η οργή δε βοηθάει. Περιέργως, αυτό έχω δει να το εκφράζουν ακόμη και εκείνοι που με τη στάση τους υποστηρίζουν ή επιδιώκουν όλα τα παραπάνω. Και είναι αυτά απείρως πιο επικίνδυνα όταν διακυβεύεται το μέλλον της χώρας και όχι τα τυπικά προβλήματα «καφενειακόυ» τύπου για τα οποία ως λαός έχουμε συνηθίσει να διαφωνούμε. Δυστυχώς δεν έχω παρατηρήσει πολλούς να αντιλαμβάνονται τη διάκριση, πόσω δε μάλλον να προσπαθούν να διατηρήσουν έστω και τα προσχήματα.
Πολλά πράγματα έχουν ξεκαθαρίσει στο μυαλό μου αυτήν την τελευταία εβδομάδα, τουλάχιστον στο βαθμό που μπορώ εγώ να τα αντιληφθώ και να τα επεξεργαστώ, συλλέγοντας πληροφορίες συνεχώς και από διαφορετικές πηγές. Άλλα, βέβαια, έχουν περιπλακεί ακόμη περισσότερο.
Βρισκόμαστε με την πλάτη στον τοίχο, αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Η απόδοση ευθυνών για την κατάντια της χώρας δεν είναι του παρόντος (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρέπει να ξεχαστεί)· προέχει η επιβίωσή της. Και με απόψεις όπως αυτές που εκφράζονται, προπαγανδίζονται ή επιβάλλονται στην Ελληνική κοινωνία, πολύ φοβάμαι ότι κινδυνεύουμε να «χωθούμε» όλοι μαζί μέσα στο «λάκκο που σκάβουν» τα αντιμαχόμενα στρατόπεδα το ένα για το άλλο.
Η στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τις πρώτες πράξεις του Ελληνικού δράματος, το 2009, έχει αποδειχθεί κάτι παραπάνω από απογοητευτική. Και σε επίπεδο θεσμών, και σε επίπεδο αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών-μελών, τουλάχιστον όπως αυτή εκφράζεται από τους πολιτικούς τους. Η λειτουργία μιας ένωσης κυρίαρχων κρατών ως «ουράς» των Γερμανικών συμφερόντων, ή υπό το φόβο αυτών, εμένα προσωπικά με θλίβει ως Ευρωπαίο πολίτη καθώς πρωτίστως είναι ντροπιαστική για την ίδια την Ένωση. Απλούστερο παράδειγμα από τις κεκλεισμένων των θυρών διαπραγματεύσεις Ντάισελμπλουμ-Λαγκάρντ-Σόιμπλε-Βαρουφάκη σε πολλά από τα πρώτα Eurogroup μετά τον Ιανουάριο, δεν υπάρχει. Η υπόλοιπη Ευρώπη απλά απουσίαζε και ανέμενε τις αποφάσεις.
Όσον αφορά τους περισσότερους υπέρμαχους και πολέμιους του «ναι» και του «όχι», αυτό που βρίσκω αξιοσημείωτο είναι ότι αμφότερα τα στρατόπεδα φαίνεται να χειραγωγούνται πολύ εύκολα, τόσο σε επίπεδο ψυχολογίας όσο και σε επίπεδο επιχειρημάτων.
Πολύ εύκολα οι του «ναι» χαρακτηρίζονται γερμανοτσολιάδες και οι του «όχι» λομπίστες της δραχμής.
Πολύ εύκολα οι του «ναι» υιοθετούν διαρροές συγκεκριμένων σκοπιμοτήτων και οι του «όχι» κλείνουν τα μάτια μπροστά στα λάθη της Κυβέρνησης.
Πολύ εύκολα οι του «ναι» θεωρούν τη στάση τους πράξη σωφροσύνης και οι του «όχι» τη δική τους πράξη ηρωισμού.
Αφήνοντας στην άκρη την προσπάθεια διαστρέβλωσης του διακυβεύματος του δημοψηφίσματος, προσωπικά διακρίνω δυσυπέρβλητα προβλήματα όποια από τις δύο απαντήσεις και να επικρατήσει.
Από τη μία πλευρά, θεωρώ παραπλανητική τη βεβαιότητα που αποδίδεται στο τι θα σημαίνει το «ναι». Αν δεν κάνω λάθος, κανείς δεν έχει δεσμευτεί για το τι θα σημαίνει αυτό για το νέο πακέτο μέτρων που θα κληθεί να εφαρμόσει η όποια κυβέρνηση, ούτε έχει κανείς δεσμευτεί ότι το «ναι» μεταφράζεται αυτόματα σε παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ ανεξάρτητα από τη μελλοντική της πορεία. Οι νυν θεσμοί - τέως τρόικα, εξ άλλου, όταν σχεδίαζαν το πρόγραμμα προσαρμογής και τις τροποποιήσεις του προέβλεπαν ότι μέχρι τώρα η ελληνική οικονομία θα είχε ανακάμψει. Ποιος αποκλείει τόσο εύκολα λοιπόν να πέσουν πάλι έξω και να βρεθούμε στην ίδια ή χειρότερη κατάσταση ακόμα και με τα νέα μέτρα; Ποιος έχει κάποια πρόβλεψη για την επαναπορρόφηση των 1,5 εκατ. ανέργων της κρίσης και με τι ρυθμούς; Κι αυτά, προϋποθέτοντας την απόλυτη ειλικρίνεια των προθέσεων των Θεσμών - έστω και ως υπόθεση εργασίας - παρά το γεγονός ότι την έχουν οι ίδιοι με τη στάση τους τορπιλλίσει. Μόλις χθες εις εξ αυτών, το Δ.Ν.Τ., χαρακτήρισε σε έκθεση του το Ελληνικό χρέος μη βιώσιμο, πρότεινε «κούρεμά» του, νέο πακέτο στήριξης και περίοδο χάριτος για την αποπληρωμή των τόκων. Πως μπορεί κανείς να εμπιστευτεί όσους επιμένουν ότι η συνέχιση ενός προγράμματος λιτότητας είναι η λύση για την Ελλάδα όταν έχει δοκιμαστεί και ήδη αποτύχει; Και ποιον θα πρέπει εμείς οι «απροσάρμοστοι» και «ανοργάνωτοι» να πιστέψουμε όταν οι δύο εκ των τριών θεσμών που σχεδιάζουν, αποδέχονται ή απορρίπτουν τις προτάσεις μας έχουν πλέον ξεκάθαρα αντίθετες απόψεις, με την Ε.Κ.Τ. να μας υποβάλλει σε «σκωτσέζικα ντουζ» ανάλογα με τις πιέσεις που της ασκούνται;
Με λίγα λόγια, δηλαδή, ποιος εγγυάται ότι το «ναι» δε θα οδηγήσει σύντομα εκτός ευρώ τη χώρα, γιγαντώνοντας ακόμη περισσότερο τις κοινωνικές εντάσεις σε μία παραπαίουσα οικονομία που βρίσκεται εδώ και πέντε χρόνια σε «μηχανική υποστήριξη».
Από την άλλη, θεωρώ ανεύθυνες έως επικίνδυνες τις επαναστατικές μεγαλοστομίες οι οποίες δυστυχώς υπερκαλύπτουν τις όποιες ψύχραιμες απόψεις υπερ του «όχι», και από τις οποίες φαίνεται να παρασύρεται μεγάλο μέρος αυτόυ του στρατοπέδου.
Ναι, σε ένα βαθμό μετράνε υπέρ μας οι γεωπολιτικές ισορροπίες, καθώς ουδείς επιθυμεί μια νέα εστιά αναταραχής στην ήδη ταραχώδη Μεσόγειο, ειδικά δε μετά από τις άνευ προηγουμένου κινήσεις των Ρώσων. Περίμενε κανείς άραγε αυτό που έγινε στην Κριμαία έτσι ώστε να μπορεί να προβλέψει την τακτική του απρόβλεπτου Πούτιν;
Ναι, και παρά τις διαβεβαιώσεις, η Ευρωπαϊκή Οικονομία δεν είναι τόσο θωρακισμένη όσο θέλουν να την παρουσιάζουν. Η Ε.Κ.Τ. κατάφερε να καθησυχάσει τις αγορές αυτήν την εβδομάδα, σε αναμονή όμως ενός ίσως «ευνοϊκού» αποτελέσματος και διαθέτοντας στην ευρωπαϊκή αγορά ποσά για εγγυήσεις προς ευάλωτες οικονομίες πολλαπλάσια των ποσών για τα οποία «δεν τα βρίσκουν» Ελληνική Κυβέρνηση και Θεσμοί (σ.σ. δείτε τις εγγυήσεις δισ. που παρείχε η ΕΚΤ σε Ιταλικές πολυεθνικές αυτές τις ημέρες).
Τέλος, ναι, κανείς δεν επιθυμεί να αποτύχει και «στα χαρτιά» το πείραμα του ευρώ, αν και στην πράξη είναι πια σαφές ότι αυτό έχει γίνει. Όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να αντιμετωπίσει γρήγορα και αποτελεσματικά (βλ. παράδειγμα ΗΠΑ) ένα μικρό πρόβλημα όπως αυτό της Ελλάδας το 2009 (σ.σ. 2% της Ευρωπαϊκής Οικονομίας τότε), πως μπορεί να εγγυηθεί στις διαβόητες «Αγορές» ότι μπορεί να αντιμετωπίσει σημαντικότερες προκλήσεις τις παγκόσμιας οικονομίας; (σ.σ. παρεμπιπτόντως, αν δεν κάνω λάθος, είναι γεγονός ότι μικρό μόνο μέρος των «Αγορών» αυτών έχουν τα συμφέροντά τους σε Ευρωπαϊκό έδαφος ώστε να χειραγωγούνται εύκολα από την Ε.Κ.Τ. ή να θέλουν την ευημερία της ζώνης του ευρώ).
Αφήνοντας ωστόσο στην άκρη - οι όσοι καλοπροαίρετοι - τα τρία προηγούμενα σημεία ακόμα και αν ισχύουν κατά γράμμα, και πάλι, αυτό που με προβληματίζει περισσότερο είναι ότι η Κυβέρνηση με την παρούσα σύστασή της και τον παρόντα Κυβερνητικό συνασπισμό δεν πείθει εύκολα ότι μπορεί να διαχειριστεί τις καταστάσεις που ενδέχεται να χρειαστεί να αντιμετωπίσει. Ο Πρωθυπουργός αναγνώρισε γρήγορα το πόσο ανεδαφική ήταν η προεκλογική του στάση, αλλά η ετερόκλητη πολυφωνία ακραίων στοιχείων εντός ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και ΑΝ.ΕΛ. πλήττει την εικόνα της Κυβέρνησης ως αξιόπιστου συνομιλητή· αυτό πρέπει να τελειώσει. Δεν είναι δυνατόν να γινόμαστε μάρτυρες τόσο ακραία ανεύθυνων συμπεριφορών σε μία τόσο κρίσιμη περίοδο. Αν ο Πρωθυπουργός επιλέξει να παραμείνει δέσμιος των χειρότερων στοιχείων της διακυβέρνησής του για μικροπολιτικές σκοπιμότητες, έχει ελάχιστες πιθανότητες να πετύχει οτιδήποτε καλό για τη χώρα. Πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί να διαχειριστεί τις συνέπειες ενός «όχι» και να τις εξηγήσει στον Ελληνικό λαό· είμαστε ήδη στο «και πέντε».
Όποια και να είναι η απόφαση του δημοψηφίσματος πιστεύω ότι θα ακολουθήσει μια δύσκολη περίοδος διαπραγματεύσεων. Θετικοί ή αρνητικοί αυτοματισμοί για τις εξελίξεις δεν υπάρχουν· αυτό εξάγεται από τις δηλώσεις όλων των εμπλεκομένων σε αυτές, αλλά και από την ίδια την πολυπλοκότητα του προβλήματος. Ας μην παρασυρόμαστε από «σειρήνες» υπέρ της μίας ή της άλλης άποψης που υπόσχονται σταθερότητα αν επικρατήσει αυτό που υποστηρίζουν οι ίδιοι και κινδυνολογούν για καταστροφή αν επικρατήσει το αντίθετο.
Θα κλείσω με ένα θετικό στοιχείο και μία παρατήρηση.
Το θετικό στοιχείο είναι ότι, παρά τα λάθη και τις αστοχίες της παρούσας διακυβέρνησης, αν έχει καταφέρει ένα πράγμα μέσα από αυτήν την ατέρμονη διαδικασία, αυτό είναι να αναδείξει την πολιτική διάσταση του Ελληνικού προβλήματος. Καμία προσπάθεια γι' αυτό δεν είχε γίνει τα τελευταία χρόνια, καμία διαπραγμάτευση, καμία επιμονή να καταδειχθεί ο λάθος δρόμος που ακολουθούταν. Επειδή τυχαίνει να ταξιδεύω σχετικά συχνά για τη δουλειά μου και να έρχομαι σε επαφή με ευρωπαίους διαφόρων εθνικοτήτων, με παρηγορεί το ότι οι περισσότεροί τους φαίνονται να κατανοούν τη βάση του προβλήματος, ειδικά στις χώρες που η κρίση έχει ξεκινήσει να δημιουργεί σημαντικά προβλήματα, «κουκουλωμένα» προς το παρόν για να εξυπηρετούν πολιτικές σκοπιμότητες ή όχι. Προφανώς και δε θα πειστούν όλοι· «ψεκασμένοι» υπάρχουν και θα υπάρχουν παντού, όπως και πολλοί ανενημέρωτοι πολίτες έρμαια των δικών τους πολιτικάντηδων.
Η παρατήρηση, αφορά διάφορα σχόλια που έχω δει εναντίον φίλων, γνωστών και αγνώστων που ζουν και εργάζονται όπως κι εγώ στο εξωτερικό και - κατά κάποιους - «τολμούν» να εκφέρουν άποψη είτε υπέρ του «ναι» είτε υπέρ του «όχι» ενώ βρίσκονται εκτός Ελλάδας. Θα ήθελα να υπενθυμίσω φιλικά (ή ίσως όχι και τόσο) στους φανατικούς «Αδώνιδες» και τις φανατικές «Ζωίτσες» της νέας αυτής πραγματικότητας, ότι η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων που αναζητήσαμε την τύχη μας τα τελευταία χρόνια εκτός Ελλάδας μετακινηθήκαμε εντός Ευρώπης, και ως Ευρωπαίοι πολίτες · με όσα δικαιώματα και υποχρέωσεις συνεπάγεται αυτό. Το να διατείνεται κανείς ότι δεν έχουμε κανένα λόγο να ανησυχούμε για την πορεία της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα το χαρακτήριζα από απλά αφελές έως ξεκάθαρα βλακώδες. Φιλικά πάντα (ή ίσως όχι και τόσο).
Όπως θα καταλάβατε όσοι είχατε το κουράγιο και την υπομονή να φτάσετε ως εδώ, εύκολες προτάσεις και λύσεις για το τι να ψηφίσετε αύριο δεν έχω, και όσοι σας παρουσιάζουν τέτοιες σας παρουσιάζουν μόνο το μέρος της αλήθειας που τους συμφέρει.
Θα έλεγα ότι το καλύτερο είναι να ψηφίσετε ό,τι πιστεύετε εσείς σωστό, χωρίς φόβο, αλλά και με την ειλικρινή διάθεση να κατανοήσετε τι μπορεί να οδήγησε συμπολίτες σας να ψηφίσουν το αντίθετο. Διότι, όποιο και να είναι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, η χώρα θα κληθεί να πορευθεί προς τη σωτηρία της με το σύνολο των πολιτών της, χωρίς ταμπέλες «ναι» και «όχι».
Εγώ δυστυχώς δε μπορώ να βρίσκομαι στην Ελλάδα για να ψηφίσω, και το Ελληνικό Κράτος δε μου δίνει (όπως και σε όλους τους Έλληνες που ζουν εκτός Ελλάδας) τη δυνατότητα να εκφράσω τη βούλησή μου από το εξωτερικό.
Κλείνω εδώ γιατί ετοιμαζόμαστε για προσγείωση· ελπίζω ομαλή.
Καλή ψήφο και καλή μας τύχη.